Πομακικές Παροιμίες με ζώα

 ΑΓΕΛΑΔΑ

1. Σέκα κράβα νέϊνουτουσι τέλε λίζζε = κάθε αγελάδα το δικό της μοσχάρι γλύφει.

2. Τσσουλέκ σα φάτα ζα γιεζίκεν ι κράβα ζα ρογκάν  = ο άνθρωπος πιάνεται από τη γλώσσα και η αγελάδα από το κέρατο.

 

ΑΛΕΠΟΥ

1. Ανά κουρνάς λεσίτσα ζα όπασκατα να φάτασα = μια έξυπνη αλεπού από την ουρά πιάνεται.

2. Στάρα λεσίτσα πρέτσκα νι ίστε = η γριά αλεπού δεν χρειάζεται βέργα.

 

ΑΛΟΓΟ

1. Σας πράζνα ζουμπίλνισα κον σα νι φάτα = με άδειο τορβά άλογο δεν πιάνεις.

2. Κον ουμίρα πατ ουστάνβα, γιουνάκ ουμίρα γιούμε ουστάνβα = το άλογο ψοφάει, ο δρόμος μένει, το παληκάρι πεθαίνει, όνομα αφήνει.

3. Αϊράν νέμα ζα πιγιένιε σας καν χόντι να πικάνιε = δεν έχει αϊράνι για να πιει, αλλά με άλογο πάει να κατουρήσει

(ο φτωχός που το παίζει πλούσιος)

 

ΑΡΚΟΥΔΑ

1. Χούμπαβα τα κρούσσε φσε μέτσσκατα γιεντέ = το καλό αχλάδι πάντα η αρκούδα το τρώει.

(ο απλός χωρικός πάντα θέλει να πάρει το καλύτερο αλλά στο τέλος το κερδίζει ο πιο δυνατός)

 

ΑΡΝΙ

1. Γιάγκνε ζντράβο ι σίτεν βάλεκ νι μπίβα = το αρνί υγιέστατο και ο λύκος χορτάτος αποκλείεται.

 

ΒΟΥΒΑΛΙ

1. Μπεβολίτσα σαγιέ τσσέρνα άμα μπέλιτσκου πρέσνου ντουγί = το βουβάλι μπορεί να είναι μαύρο αλλά κάτασπρο γάλα δίνει.

 

ΓΑΙΔΑΡΟΣ

1. Ανό μαγκάρε ουμρένο γκουιενέστρα ουτ βαλκάτ = ένας γάϊδαρος πεθαμένος το λύκο δεν τον φοβάται.

(κατά το "ο βρεγμένος τη βροχή δεν φοβάται")

2. Ζίβι μαγκάρε ντα γιεντέςς γιουντζέ = ζήσε γάϊδαρε να φας τριφύλλι.

3. Στάροτο μαγκάρε ας στάροτο σαμάρ = ο γέρος γάϊδαρος με την παλιά σέλα.

4. Μαγκάρεσου ρούκναλι να σβάντμπα ι τόγιε ρεκλόλου "για ζνάμ ζα κανάμα ρούκατ ίλι σσέμα τβάρετ ίλι σσέμα γιάχατ" = Τον γάϊδαρο τον κάλεσαν σε γάμο και αυτός απάντησε "εγώ ξέρω γιατί με καλούν ή θα με καβαλήσουν ή θα με φορτώσουν".

5. Μαγκάρεσου γκουσά που ζουβάλι να σβάντμπα ι τόγιε ρεκλόλου "ιλι βοντάνα ιλι νταρβάνα σάσα κράτιλι" = τον γάϊδαρο τον κάλεσαν σε γάμο και αυτός απάντησε "ή το νερό ή τα ξύλα εχουν τελειώσει".

6. Ναπρέςς μαγκάρενου νιμόϊ φλίζα φαφ ποτούναν = πριν από το γάϊδαρο μην μπαίνεις στο αχούρι

Στον Εχίνο η παροιμία λέγεται: νατπρέςς μαγκάρενου νιμόϊ φλίζα φαφ πόντνικ.

7. Νάσστου πράβου πουτ μαγκάρεμ = το δικό μας δίκαιο, (κρέμεται) κάτω από το γάϊδαρο.

8. Σέκο μαγκάρε σαμάρ νι νόσι = κάθε γαϊδούρι, σαμάρι δεν κουβαλάει

9. Τσσολεσστίνασαγιέ νε ντελέτσε ουτ μαγκαρεσστίνασα = η ανθρωπιά δεν απέχει πολύ από τη γαϊδουριά

10. Να μόμινι βρατά ι μαγκάρετα τα ρεβάτ = στων κοριτσιών τις πόρτες και τα γαϊδούρια γκαρίζουν

11. Γιάχα μαγκάρενου ντούρντα νάϊντε κον = καβαλάει το γάϊδαρο, μέχρι να βρει άλογο.

 

ΓΑΤΟΣ

1. Κότε του σία βίντελου γκαζάτ τσσεμ για ρέκαλου ήμαμ γιαρά = Ο γάτος έχει δει τον πισινό του και έχει πει ότι έχει πληγή.

2. Κότεσου μπέγκα ντου σλαμάρνισανα = η γάτα φεύγει μέχρι τον αχυρώνα

 

ΓΟΥΡΟΥΝΙ

1. Ουτ σβίνε κόσαμ μότζζισλι ντα ουτ κάτσσας = από το γουρούνι τρίχα μπορείς να κόψεις 

(οι τρίχες γουρουνιού χρησιμοποιούνταν από τους τσαγκάρηδες όταν έραβαν παπούτσια, είχαν και αυτές μια χρησιμότητα).

 

2. Τόγιε σβίνετε μου ντζάνα ταμού νόγκα = αυτός είναι του γουρουνιού το πίσω πόδι.

(το πίσω πόδι χρησιμοποιείται από το γουρούνι για το σκάψιμο, οπότε έτσι μεταφορικά χαρακτηρίζεται ο δραστήριος άνθρωπος, που "χώνεται" παντού).

 

ΚΑΡΓΑ / ΚΟΡΑΚΙ

1. Γκάρβεν γκάρβενου ότσι νι κουπέ = κάργα με κάργα δεν βγάζουν τα μάτια τους.

2. Ζάσλεντεϊ γκάρβεν ντάτα ουτ κάρα να κενέφ = πήγαινε πίσω από το κοράκι να σε πάει στο βόθρο.

 

ΚΑΤΣΙΚΙ

1. Βίνο ουτ λόζα ι πρέσνου ουτ κόζα = κρασί από κλήμα και γάλα από κατσίκι.

2. Κόζιτεγι ρογκάτ ι μάϊτσιτεγί ντέτετου, νι μπάβι = την κατσίκα το κέρατο και τη μητέρα το παιδί, δεν εμποδίζει.

3. Μράντα ίμα ι κόζατα = γένια έχει και η κατσίκα

(για όσους αφήνουν γένια ώστε να φαίνονται στα ψεύτικα χατζήδες ή χοτζάδες)

4. Φάτι κόζανα σας τσένα ντάτα σλέντι σιουρίγιενα = πιάσε το κατσίκι με την κουδούνα για να σε ακολουθεί το κοπάδι.

(για τους ισχυρούς οικονομικά και πολιτικά, που τους προσεταιρίζονται οι πολιτικοί, για να πάρουν τις ψήφους των χωρικών που τους ακολουθούν)

5. Τσσουλέκ γιε ουτ βάτρε πάσταρ ι κόζα γιε ουτ ουντβάν πάσταρ = ο άνθρωπος από μέσα είναι παρδαλός και η κατσίκα από έξω είναι παρδαλή.

6. Ντρούγκουγιε γιάρε, τρούγκουγιε μαγκάρε = άλλο το κατσικάκι, άλλο ο γάϊδαρος

 

ΚΟΤΑ

1. Τσσέρνα κοκόσσκα, μπέλι γιαϊτσά σνίσα = μαύρη κότα, άσπρα αυγά κάνει.

2. Γκλάνα κοκόσσκα, αμπάρ σάνι = νηστικιά κότα, αποθήκη με σιτάρι ονειρεύεται.

3. Γκλάνα κοκόσσκα, πρόσο σάνι = νηστικιά κότα, κεχρί ονειρεύεται.

4. Ζνάγισσλι ουτ καντέσα πικέ κουκόσσκασα; = ξέρεις από που κατουράει η κότα;

(για κάποιον που δεν έμαθε ακόμη τα πράγματα αλλά το παίζει δάσκαλος)


5. Σνέλα κουκόσσκατα γιάϊτσου ι ουτ κρέκανιε τσάλα μαχαλάτα τσσούλα = ένα αυγό εκανε η κότα και το άκουσε όλη η γειτονιά.

6. Σλέντα κοκόσσκα αγκά πρι γκλένε βριτ κούπισστατα ου ρίτβα = η τυφλή κότα άμα ανοίξει τα μάτια, όλα τα σκουπίδια τα ανακατεύει.

7. Πέκανα κουκόσσκα γιε σλάτκα αμά ντούρσα ις πετσέ κακνάγιε ουπάτιλα! = το ψητό κοτόπουλο είναι νόστιμο αλλά μέχρι να ψηθεί, τι έπαθε!

 

ΚΟΤΣΥΦΙ

1.  Ζάσλεντι κος ντάτα ουτ κάρα να καπίνα = ακολούθα τον κότσυφα να σε πάει στα βάτα.

 

ΚΟΥΚΟΣ

1. Σσέσα σετ αγκά ζα κουκόβα κουκουβίτσκατα να γκρόμπατμου = θα καταλάβει όταν ο κούκος αρχίζει να κάνει κούκου στον τάφο του.

(θα καταλάβει όταν είναι πολύ αργά).

 

ΛΥΚΟΣ

1. Σσετί κάζζεμ κακ παρντί βάλεκ φαφ τζαμίγιε = θα σου δείξω εγώ πως κλάνει λύκος στο τζαμί

(χρησιμοποιείται ως απειλή)

2. Βαλκάτ κόζζετα σι νι ουστάβε = ο λύκος το τομάρι δεν αφήνει.

3. Βαλκάτ κόζι να μενί κόζζετα νι κόγκα = ο λύκος την τρίχα αλλάζει, το τομάρι ποτέ.

4. Βαλκάς κοζζίνανα μενι ντεριγιενα νι κουγκα = ο λύκος το μαλλί του πέταξε, τις συνήθειές του δεν πέταξε.

5. Βαλκάν γκου κλέτατ, τόγιε φαφ οτσένε = τον λύκο κουτσομπολεύουν και αυτός είναι μέσα στα πρόβατα.

 

ΜΟΥΛΑΡΙ

1. Ανό γιαβάς μούλετε τεκμέτα μούε σερτ = ένα ήσυχο μουλάρι έχει δυνατή κλωτσιά.

 

ΜΥΓΑ

1. Μούχα να γκόβνου στίπα = η μύγα στο σκατό κάθεται.

 

ΠΕΡΔΙΚΑ

1. Γιερέμπιτσα πρίμαζι ντα τι γιε χαϊρ = πέρδικα σκότωσε για να δεις χαΐρι.

 

ΠΕΤΕΙΝΟΣ

1. Σσουμπλίβο ντούπε πετλί νιτσέκα = όταν αρχίζει ο κώλος να γουργουρίζει, που να περιμένει τα κοκόρια (να ξημερώσει δηλαδή)

2. Μπάμπα ζα ζέτεν πετέλ νοσι ζα σινάν νίτου κοκόσσκα = η πεθερά για το γαμπρό κόκορα φέρνει αλλά για το γιο της ούτε κότα

(για τις πεθερές που αγαπούν πιο πολύ τους γαμπρούς τους).

3. Αντίν πετέλ μλόγκου γκόντινι αγκά πεγιέ να ανό κούπιστε τα ι τσέρνιτε κούτσετα πουμπελέβατ = ένας κόκορας πολλά χρόνια λαλεί σε ένα σκουπιδαριό και τα μαύρα σκυλιά ασπρίζουν.

 

ΠΙΘΗΚΟΣ

1. Να ουτσέν μαϊμούνιν τουγιάγκα νισστέ = ο μαθημένος πίθηκος βέργα δεν θέλει.

 

ΠΟΥΛΙ

1. Ουπάσκατα σπούρετ ι πίλενου = ανάλογα το πουλί και η ουρά.

2. Τσσουλέκας πίλε πριζ κρίλα = ο άνθρωπος είναι πουλί χωρίς φτερά.

3. Ζέμι πίλενου σερισα φαφ γκνεζντόνου = πάρε το πουλί και χέσε στη φωλιά

(κάνε τη δουλειά σου και ύστερα μη σε νοιάζει τίποτα)

4. Ράνουτου πίλε, ράνου πριφάρκαλου = το πρώιμο πουλί, πρώιμα πετάει.

5. Βριτ τεμ πιλτσέσεμ μεσόνουσα νι γιεντέ = όλων των πουλιών το κρέας δεν τρώγεται.

6. Πίλενου αγκάσα φπούλβα φαφ ζαρνόνου πρινγκανα νι βίντι = το πουλί όταν κοιτάζει το σπυρί, δεν βλέπει την παγίδα.

 

ΠΡΟΒΑΤΟ

1. Ανό όφτσα ουτ μπελιούκατ αγάσα ουτ ντελί βαλκάτι ιζέβα = ένα πρόβατο από το κοπάδι όταν χωρίσει το τρώει ο λύκος.

 

ΣΚΑΝΤΖΟΧΟΙΡΟΣ

1. Γιέσσες νι γκάλι μπάρζι ράμπουτι = ο σκαντζόχοιρος δεν αρέσκεται στις γρήγορες δουλειές

 

ΣΚΥΛΟΣ

1. Ανό κούτσε αγά να λάιε, νταταγιεστρά = ένα σκυλί που δεν γαυγίζει, να το φοβάσαι.

2. Μαλτσένουνου κούτσε πίτα ιζέβα = το σκυλί που δεν γαυγίζει, σου τρώει την πίτα.

(αυτόν που δεν υποψιάζεσαι, από αυτόν μπορείς να την πατήσεις)

3. Ανό κούτσε ακούνα ζνάιε ντα λάιε βαλκότ ντουκάρβα μπλίζι = ο σκύλος αν δεν ξέρει να γαυγίζει φέρνει το λύκο κοντά.

4. Μπόρτζατα κούτσκα σλιάπι γκι ράντα = η βιαστική σκύλα τυφλά τα γεννάει. (Ροδόπη)

ή

Μπαρτζαλίβατα κούτσκα σλέπι νι ράντα (Ξάνθη)

5. Σας κούτσετου σβατ αγά στάνιςς τούϊ άγκατα σι νόσι = με το σκυλί άμα συμπεθεριάσεις να κουβαλάς μαζί σου τη βέργα

6. Κόϊτου χράνι τσσούζντι κούτσετα, σκόρο σσέγκου λάγιετ νέγκβιτε κουτσέτα = άμα ταϊζεις ξένα σκυλιά, γρήγορα θα αρχίσουν να σε γαυγίζουν τα δικά σου σκυλιά. 

7. Ουπλέσκαν σατ κούτσε λίζζε = ένα άπλυτο σκεύος ο σκύλος το γλύφει.

8. Να ατβόρενι βρατά νέι ναπρέςς κούτσε φλίζα = αν η πόρτα είναι ανοιχτή, πρώτα ο σκύλος μπαίνει.

9. Γκλάνου κούτσε φουρούν πρι βάλε = νηστικό σκυλί και το φούρνο τρυπάει.

10. Πο σλάγκαϊ / σπόμενεϊ κούτσε, ζζέμισι τουκάτσς = αν σκέφτεσαι / θυμήσου σκύλο, κράτα ραβδί

 

ΣΦΗΚΑ

1. Βριτ μούχισε ακού πράβεχα μετ, μπάρμπουνες νέι μλόγκου σσει μέσε = όλες οι μύγες αν φτιάχνανε μέλι, το πιο πολύ μέλι θα έφτιαχνε η σφήκα.

 

ΦΙΔΙ

1. Ζμίγιε μουσαγιέ σβίλα φαφ κεσέτα = το φίδι κουλουριάστηκε στο πουγκί του.

2. Ζμίγιενα φαφ ρέκανα πουτ κάμενε ζζουβέ = το φίδι στο ποτάμι, κάτω από την πέτρα ζει.

3. Ζμίγιεσα στράσσνα ουτ τσετάλβεν ιζίκ = το φίδι είναι τρομερό από τη διχαλωτή γλώσσα.

 

ΨΑΡΙ

1. Γκαζάτ ακούσα να νακφάσι ρίμπα να φάτασα = ο κώλος αν δεν βραχεί, ψάρι δεν πιάνεις

2. Φαφ μπλίτκα βόντα γιέντρα ρίμπα νιμόϊ τράσι = σε ρηχό νερό μεγάλο ψάρι μην ψάχνεις.

3. Ντβε ρίμπι σάσα πέκαλι φαφ αντίν τιγκάν ανά ντρούγκα σίγιε βέρα νε φάταλα = δύο ψάρια τηγανίζονταν στο ίδιο τηγάνι αλλά το ένα το άλλο δεν εμπιστευόταν

 

ΓΕΝΙΚΑ

1. Τσάλο λέτου ανά ούπασσκα ι τε τσερβίνα = όλο το καλοκαίρι για μια ουρά και αυτή σκουληκιασμένη

2. Πο γκλενέϊμα ίμαμλι ρόγκβε = κοίταξε με αν έχω κέρατα.

(μην με περνάς για ζώο, για χαϊβάνι).

 

Τις πομακικές παροιμίες της Ξάνθης διασώζει ο εκδότης της Ζαγάλισα, κ. Ιμάμ Αχμέτ.

ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του πρωτότυπου λαογραφικού υλικού του παρόντος web site με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια της Ζαγαλισα. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.

 

 

 

Κατηγορία: